Η κολπίτιδα είναι ένας από τους πιο συνηθισμένους λόγους που φέρνουν μια γυναίκα στο ιατρείο του/της γυναικολόγου της για θεραπεία. Ταυτόχρονα, είναι και μια κατάσταση στην οποία επιχειρείται, σε μεγάλο βαθμό, αυτο-διάγνωση και αυτο-θεραπεία με πληροφορίες που αντλούνται από το διαδίκτυο κάτι που μπορεί να μετατρέψει μια απλή λοίμωξη του κάτω γεννητικού συστήματος σε κάτι πολύ μεγαλύτερο και σοβαρότερο.
Δίχως καλλιέργεια κολπικού υγρού και γυναικολογική εξέταση, σε συνδυασμό με τη λήψη λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού, η αντιμετώπιση μια κολπίτιδας μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για την υγεία και τη γονιμότητα της γυναίκας. Σε έγκυες γυναίκες, ιδιαίτερα, μια κολπίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε ελλιποβαρές νεογνό, πρόωρο τοκετό ή ακόμα και αυτόματη αποβολή αν μείνει αδιάγνωστη η αν αντιμετωπιστεί με λάθος θεραπεία.
Τί Είναι η Κολπίτιδα & Συμπτώματα
Πρόκειται για μια φλεγμονή του κόλπου που συμβαίνει, τις περισσότερες φορές, όταν η φυσιολογική χλωρίδα του κόλπου διαταράσσεται (π.χ., από τη λήψη αντιβιοτικών). Μπορεί, παρόλα αυτά, να προκληθεί από βακτήρια, μύκητες ή και σεξουαλικά μεταδιδόμενα παράσιτα ή νόσους.
Αν και υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η κολπίτιδα είναι εντελώς ασυμπτωματική, αυτή συνήθως συνοδεύεται από ενοχλήσεις όπως φαγούρα, κνησμό, τσούξιμο ή πόνο κατά την ούρηση, πόνο κατά την σεξουαλική επαφή, δύσοσμα κολπικά υγρά και κολπικά υγρά με διαφορετική υφή και χρώμα από το φυσιολογικό.
Τέλος, κάποιες δερματικές παθήσεις, καθώς και τα μειωμένα επίπεδα οιστρογόνων και η ατροφία του κόλπου – και τα δυο παρατηρούνται μετά την εμμηνόπαυση – μπορούν επίσης να ευθύνονται για την εμφάνιση κολπίτιδας.
Τύποι Κολπίτιδας
Εκτός από την βακτηριακή κολπίτιδα, που προκαλεί τσούξιμο, δύσοσμα υγρά και γκριζόλευκες κολπικές εκκρίσεις και προκαλείται από ορισμένα βακτήρια, υπάρχει και η μυκητιασική κολπίτιδα που παρουσιάζεται με λευκές και πηχτές εκκρίσεις, φαγούρα και ερεθισμό των έξω γεννητικών οργάνων και προκαλείται από κάποιους συγκεκριμένους μύκητες.
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η κολπίτιδα μπορεί, επίσης, να οφείλεται σε σεξουαλικώς μεταδιδόμενα παράσιτα, όπως στην περίπτωση της τριχομονάδωσης, η οποία εμφανίζεται με κιτρινοπράσινες εκκρίσεις, μια χαρακτηριστική τραχηλίτιδα και δυσφορία στα γεννητικά όργανα σε μεγάλο βαθμό.
Τέλος, τα χλαμύδια (νόσημα που μεταδίδεται με την σεξουαλική επαφή) μπορεί να είναι υπεύθυνα για την εμφάνιση κολπίτιδας. Επειδή η συγκεκριμένη νόσος είναι συνήθως ασυμπτωματική, πολλές γυναίκες δεν την αντιμετωπίζουν κατάλληλα. Αυτό, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, όπως φλεγμονή των άνω γεννητικών οργάνων (σάλπιγγες και μήτρα), κάτι που μπορεί να μειώσει τη γονιμότητα της γυναίκας. Για αυτό το λόγο, συνιστάται η συχνή επίσκεψη στον γυναικολόγο για έλεγχο της υγείας του γεννητικού συστήματος γενικότερα.
Παράγοντες Κινδύνου
Πέραν από τις ορμονικές αλλαγές που παρατηρούνται σε διάφορες φάσεις της ζωής μιας γυναίκας, όπως η εμμηνόπαυση και η εγκυμοσύνη, η πιθανότητα ανάπτυξης κολπίτιδας αυξάνεται με:
• Χρήση προϊόντων καθαρισμού της ευαίσθητης περιοχής που είναι ακατάλληλα.
• Σακχαρώδη διαβήτη που δεν είναι ελεγχόμενος.
• Συγκεκριμένα φάρμακα (π.χ., στεροειδή και αντιβιοτικά).
• Συχνή αλλαγή ερωτικών συντρόφων.
• Έντονη σεξουαλική δραστηριότητα.
• Συνθετικά εσώρουχα.
• Πολύ στενά ρούχα.
• Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.
Επίσης, κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, το να μένει το υγρό μαγιό πάνω στο σώμα για πολύ ώρα μπορεί να είναι λόγος εμφάνισης κολπίτιδας.
Θεραπεία της Κολπίτιδας
Η κολπίτιδα αντιμετωπίζεται φαρμακευτικά, αφού έχει πρώτα διευκρινιστεί η αιτία που την έχει προκαλέσει. Σκοπός της θεραπείας είναι να επαναφέρει την κολπική χλωρίδα σε φυσιολογικά επίπεδα, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε ένα διάστημα 3 ημερών και μέχρι 2 εβδομάδων, ανάλογα με την περίπτωση.
Στις απλές κολπίτιδες, δεν είναι συνήθως απαραίτητη η επανεξέταση. Σε περιπτώσεις που η κολπίτιδα έχει προκληθεί από ουρεόπλασμα, μυκόπλασμα ή χλαμύδια, η ανθεκτικότητα των συγκεκριμένων μικροοργανισμών μάλλον θα αναγκάσει τη γυναίκα να επιστρέψει για επανεξέταση, για να βεβαιωθεί για την εξάλειψή τους.
Είναι σημαντικό να ληφθεί στοχευμένη θεραπεία, επειδή η χρήση μιας κολπικής κρέμας ή ενός κολπικού υπόθετου, για παράδειγμα, μπορεί να μην αντιμετωπίσει τον μικροοργανισμό που έχει προκαλέσει την φλεγμονή, αν αυτός δεν είναι ευαίσθητος στις συγκεκριμένες θεραπείες.